Στις 24 Φεβρουαρίου συμπληρώθηκε το δεύτερο έτος του ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Η ένοπλη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας ξεκίνησε το 2022 και κηρύχθηκε από τη ρωσική πλευρά ως «ειδική επιχείρηση αποστρατιωτικοποίησης και αποναζισμού».
Η διάσκεψη που διοργανώθηκε στο Ερεβάν συζήτησε τον αντίκτυπο της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης στον Νότιο Καύκασο, τη συμμετοχή περιφερειακών και παγκόσμιων παραγόντων, τις προοπτικές για την ειρήνη και τις απειλές για αυτήν στο πλαίσιο του συνεχιζόμενου πολέμου στην Ουκρανία.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η κατάσταση στον Νότιο Καύκασο άλλαξε παράλληλα με τους πολέμους και τις συγκρούσεις. Αυτό έγινε ένα από τα δομικά χαρακτηριστικά της περιοχής. Όσον αφορά την κατάσταση στον Νότιο Καύκασο σήμερα, μπορεί να προκύψει ένα αίσθημα déjà vu, λέει ο Τούρκος αναλυτής Μουσταφά Αϊντίν, ένας από τους συμμετέχοντες στη διοργανωμένη στο Ερεβάν διεθνή διάσκεψη.
«Παρατηρούμε κάποιο ανταγωνισμό στην περιοχή. Στη δεκαετία του 1990, ο ανταγωνισμός εδώ ήταν αρκετά έντονος, κυρίως μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Στη δεκαετία του 2000, ο ανταγωνισμός για επιρροή προήλθε από μεγαλύτερες δυνάμεις: αφενός τη Ρωσία και τις ΗΠΑ αφετέρου. Και σήμερα ο ανταγωνισμός είναι τόσο ανάμεσα στις χώρες της περιοχής όσο και σε κάποιες ξένες δυνάμεις».
Πρόσφατα, μια σειρά από νέους παίκτες προσπαθούν να εισέλθουν στην περιοχή, λέει ο Τούρκος αναλυτής. Λόγου χάρη, η ΕΕ, με την οποία οι συζητήσεις για εμβάθυνση των σχέσεων έχουν ενταθεί έντονα στην Αρμενία. Σύμφωνα με τον Μουσταφά Αϊντίν, η πραγματική επιρροή της ΕΕ θα εξακολουθεί να εμφανίζεται στον Νότιο Καύκασο.
«Αυτή τη στιγμή οι κύριες επαφές στην περιοχή είναι με τη Γεωργία. Αλλά όταν μιλάμε για ένταξη στην ΕΕ, πρέπει να θυμόμαστε ότι χρειάζονται χρόνια για να γίνει πραγματικότητα. Εάν η Γεωργία προσχωρήσει στον οργανισμό, η ΕΕ θα γίνει πλήρης παράγοντας στην περιοχή. Θα χρειαστούν όμως χρόνια».
Ο αναλυτής Αλεξάντερ Ισκανταριάν σημειώνει ότι ο γεωπολιτικός ρόλος της Ρωσίας στην περιοχή μειώνεται. Σύμφωνα με την εκτίμησή του, η Αρμενία απομακρύνεται από τη Ρωσία, μεταξύ άλλων όσον αφορά την ασφάλεια.
«Η Ρωσία δεν έχει τίποτα να προσφέρει από άποψη ασφάλειας ούτε στο Αζερμπαϊτζάν που έχει εισβάλει στο Καραμπάχ ούτε στην Αρμενία που έχασε το Καραμπάχ. Ως αποτέλεσμα, η Αρμενία αναζητά πλέον ασφάλεια εκτός των συνόρων της μετασοβιετικής περιοχής. Το Αζερμπαϊτζάν εκμεταλλεύτηκε πλήρως το γεγονός ότι η Ρωσία είναι απασχολημένη στην Ουκρανία και έλυσε το ζήτημα του Καραμπάχ πραγματοποιώντας εθνοκάθαρση στο Αρτσάχ, διατηρώντας παράλληλα την παρουσία ειρηνευτικών δυνάμεων στο Αρτσάχ».
Τον Σεπτέμβριο του 2022, η επεκτατική πολιτική του Αζερμπαϊτζάν αντιμετώπισε μια δυτική αντιπαράθεση, εξέφρασε μια τέτοια άποψη ο Βρετανός αναλυτής Λόουρενς Μπρόερς. Σύμφωνα με τον ίδιο, όταν το Αζερμπαϊτζάν επιτέθηκε στην Αρμενία, καταγράφηκε ξεκάθαρα ότι το Μπακού είναι επιτιθέμενος και η στάση απέναντί του άλλαξε.
«Εάν το Αζερμπαϊτζάν επιτεθεί στην Αρμενία, η απάντηση θα είναι διαφορετική από ό,τι κατά τη σύγκρουση στο Καραμπάχ. Το Αζερμπαϊτζάν ξέρει τι θα ακολουθήσει. Επομένως, κλιμακώνει την κατάσταση σε διάφορα τμήματα των συνόρων, αρνούμενος τη ρητορική έναρξης πολέμου μεγάλης κλίμακας».
Παρών στη διάσκεψη ήταν και ο Έκτακτος και Πληρεξούσιος Πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Αρμενία Τζον Γκάλαγκερ. Σχολιάζοντας τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις μεταξύ Ερεβάν και Μπακού, ο πρέσβης σημείωσε ότι ενδέχεται να υπάρχουν ερωτήματα σχετικά με το ποια πλατφόρμα είναι πιο αποτελεσματική. Τα μέρη πρέπει να λάβουν μια απόφαση για αυτό το θέμα, λέει ο πρέσβης.
«Υπάρχουν στοιχεία ότι οι επιλογές που προτείνει η Ρωσία είναι απαράδεκτες. Αλλά υπάρχει μια ειρηνευτική διαδικασία. Η Μεγάλη Βρετανία είναι έτοιμη να παράσχει υποστήριξη και στις δύο χώρες, ώστε να βρουν λύσεις αποδεκτές και από τις δύο πλευρές με εποικοδομητικό τρόπο.
Ο πρέσβης σημείωσε επίσης ότι η Μεγάλη Βρετανία υποστηρίζει την πλατφόρμα, στο αποτελεσματικό έργο και την υλοποίηση της οποίας συμβάλλουν οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση, και υποστηρίζει επίσης την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν να συμμετάσχουν σε εποικοδομητικές διαπραγματεύσεις, πιστεύοντας ότι η υπογραφή μιας συνθήκης ειρήνης είναι πιθανό στο εγγύς μέλλον.