
Ο πόλεμος που ξεκίνησε στο Αρτσάχ το φθινόπωρο του 2020 οδηγήθηκε από μια σειρά καταστροφικών διεργασιών στην περιοχή του ΟΑΣΕ, δήλωσε ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Δημοκρατίας της Αρμενίας Αρμέν Γκεβοντιάν κατά τη διάρκεια του συνεδρίου «Η συλλογική ασφάλεια στη νέα εποχή. Η εμπειρία και οι προοπτικές του ΟΣΣΑ».
Ο Γκεβοντιάν σημείωσε την αναρμοστία των μηχανισμών ασφαλείας που δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη με τα πρακτικά τους αποτελέσματα. Θεώρησε τη Συνθήκη για τις Συμβατικές Ένοπλες Δυνάμεις στην Ευρώπη (CFE) ως το πιο προφανές παράδειγμα. Σύμφωνα με τον Υφυπουργό, η CFE στα χαρτιά και η CFE στην πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετικά πράγματα. Η συνθήκη δεν μπορεί να εμποδίσει την προετοιμασία για πόλεμο, τον ίδιο τον πόλεμο, την περαιτέρω κούρσα εξοπλισμών. Η Αρμενία πείστηκε γι’ αυτό με το παράδειγμα της επιθετικότητας του Αζερμπαϊτζάν κατά του λαού του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, σημείωσε ο Γκεβοντιάν.
Ο Υφυπουργός Εξωτερικών τόνισε ότι μετά τον Ψυχρό Πόλεμο υπήρξε γενικός «κατακερματισμός» της ασφάλειας στον τομέα ευθύνης του ΟΑΣΕ.
«Η έννοια του αδιαίρετου ασφάλειας που υιοθετήθηκε από τα κράτη μέλη του ΟΑΣΕ αμφισβητείται επί του παρόντος με τρόπο που δεν έχει αμφισβητηθεί ποτέ στο παρελθόν. «Η υπόσχεση να μην ενισχύσει κανείς την ασφάλειά του σε βάρος της ασφάλειας των άλλων δεν είναι καν φιλοδοξία», νομίζει ο διπλωμάτης.
Πιστεύει ότι υπάρχουν διαφορετικές ζώνες ασφαλείας στην περιοχή του ΟΑΣΕ – «πυρήνας» και «προάστια». Και αν τα γεγονότα που διαδραματίζονται σε μια περιοχή ιδωθούν μέσα από το πρίσμα της «περιφερειακής» ασφάλειας, τότε τέτοιες διεργασίες στον «πυρήνα» εκλαμβάνονται ως κρίση όλης της «οικογένειας». Μια τέτοια προσέγγιση εκδηλώθηκε προφανώς κατά τον πόλεμο των 44 ημερών στο Αρτσάχ. Σύμφωνα με τον Γκεβοντιάν, ο πόλεμος έγινε το αποκορύφωμα εκείνου του «διχασμού» που ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν από την επίθεση.