Ο εγγονός του διάσημου αρχιτέκτονα Αλεξάντερ Ταμανιάν δεν έμεινε μακριά από το κίνημα του Καραμπάχ. Οργάνωσε και ηγήθηκε την ομάδα των θανατοποινιτών.
Ακόμα και πριν να παραλάβουν τα όπλα ο πρώην Σοβιετικός Στρατός, οι θανατοποινίτες δοκίμαζαν και χρησιμοποιούσαν χειροποίητα όπλα. Πήγαιναν στις πιο δύσκολες περιοχές, συμμετείχαν στις πιο δύσκολες μάχες. Συμμετέχοντας στην επίθεση του Shoushi, πραγματικά έγιναν Θανατοποινίτες- αν το σχέδιο δεν είχε πετύχει, η ομάδα θα είχε καταστραφεί.
Ωστόσο, το σχέδιο πέτυχε, χάρη στο θάρρος αυτών των παιδιών. Μετά τον πόλεμο, ο Αλεξάντρ Ταμανιάν έγινε διευθυντής του Μουσείου του παππού του διάσημου αρχιτέκτονα Αλεξάντρ Ταμανιάν.
Διοικητής της μυστικής διμοιρίας “Χ”
Η νέα σελίδα της ιστορίας της Αρμενίας ξεκίνησε με την εθνική αφύπνιση. Με ενθουσιασμένους πολίτες στις πλατείες, με υψωμένες γροθιές, με πνεύμα ενότητας. Με σταθερή αποφασιστικότητα να αποκαταστήσουν τη χαμένη ανεξαρτησία τους στις αρχές του αιώνα. Με μια ισχυρή επιθυμία να καταστήσουν ξανά Αρμενικό το δωρισμένο απο τον ίδιο τον θεό το Αρτσάχ, την γή μας.
Ο Αρμένιος ξύπνησε. Η Νίκη ήταν προσδιορισμένη
“Πιστέψαμε στη νίκη μας. Πολεμήσαμε με πίστη. Κερδίσαμε κυρίως εξαιτίας της πίστης μας.” Αυτά ήταν τα λόγια του Αλέξαντρ Ταμανιάν, του εγγονού του θρυλικού αρχιτέκτονα Ταμανιάν.
Λίγοι γνωρίζουν ότι ο δόκτορας των φυσικό-μαθηματικών επιστημών, συγγραφέας και συν-συγγραφέας 75 επιστημονικών εργασιών ο Αλέξανδρ Ταμανιάν νεότερος, ή, όπως τον αποκαλούσαν οι συγγενείς του ο Σούρικ, ήταν επικεφαλής του εργαστηριού του Ινστιτούτου φυσικής του Ερεβάν, ιδρυτής της ομάδας μικροανάπτυξης λέιζερ του ίδιου Ινστιτούτου στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ήταν ένας αδιάλλακτος πολεμιστής του ηρωικού απελευθερωτικού αγώνα του Αρτσάχ, συμμετείχε στην ανάπτυξη, παραγωγή και έλεγχο των αυτοσχέδιων όπλων, βοήθησε τον συμφοιτητή του, τον αφοσιωμένο μαχητή για απελευθέρωση του Αρτσάχ τον Λεωνίντ Αζγκαλτιάν να δημιουργήσει το «Απελευθερωτικό Στρατό» και ήταν ένα από τα πιο δραστήρια μέλη αυτού του στρατού.
Το 1992, σχημάτισε και οδήγησε τη μυστική διμοιρία “X”, η οποία αργότερα έγινε μέρος του συντάγματος “Θανατοποινίτες”. Συμμετείχε στους πολέμους Μοχρατάκ, Αρτσβασέν, Τσλτράν, Μαρτακέρτ, στην απελευθέρωση του Kashatah και Karvachar. Τού απονεμήθηκε το μετάλλιο «Για το θάρρος» και το αναμνηστικό μετάλλιο του «Αετού – Θανατοποινίτη».
Με τις εξαιρετικές του ανθρώπινες ιδιότητες, την όψη ενός αληθινού διανοούμενου, την ετοιμότητά του να θυσιάσει τη ζωή του χωρίς δισταγμό στο όνομα της απελευθέρωσης της πατρίδας του, απέδειξε με το δικό του παράδειγμα ότι η νίκη κατακτάται με αφοσίωση, ανιδιοτέλεια, καθώς και με το φως και καθαρότητα μέσα μας, την ικανότητα να αγαπάμε τον κοντινό και μακρινό, να μοιραστούμε τη χάρη του Θεού, και να είμαστε ικανοποιημένοι με αυτό.
Για την πρόθεσή του να πάει στον πόλεμο δεν μίλησε σε κανένα από την οικογένειά του. “Ήταν από απλή τύχη που ανακαλύψαμε, ότι βρισκόταν στο Καραμπάχ”, – θυμάται ο γιος του Χάϊκ.
«Όταν τελείωσε ο Εθνικός Απελευθερωτικός πόλεμος του Αρτσάχ και το μεγαλύτερο όνειρο του λαού το Αρτσάχ (Καραμπάχ) έγινε πραγματικότητα, μου φάνηκε ότι ήρθε η ώρα να γίνει πραγματικότητα και το όνειρό μου. Είμαι έμπειρος ορειβάτης, αλλά ονειρευόμουν πάντα να κατακτήσω την κορυφή του Αραράτ. Το 1996 με μία ομάδα ορειβατών από την Αρμενία και τις ΗΠΑ, φτάσαμε στην κορυφή Dogu-Bayazid. Τότε ήταν σε εξέλιξη οι σκληρές μάχες ανάμεσα στους Κούρδους και τους Τούρκους, και επειδή δεν ήταν γνωστό πότε και πώς θα τελειώσει και επειδή εμείς δεν θέλαμε να γίνουμε θύματα ενός γελοίου περιστατικού, επανεξετάσαμε την διαδρομή μας και επισκεφθήκαμε το Ardvin, Bayburt, Erzurum, Artamet, Ardagan, Van, Igdir, Sarykamysh, Kars. Επισκεφθήκαμε το νησί Akhtamar. Ήταν μια απίστευτη ευδαιμονία. Αλλά το όνειρό μου παραμένει το ίδιο – να ανέβω στην κορυφή του Αραράτ»……
P.S.
Είχε μια άλλη ιδέα- να καλύψει τις όχθες τής λίμνης Σεβάν με ένα μεταλλικό πλέγμα, έτσι ώστε τα σταγονίδια της δροσιάς που θα συσσωρεύονταν επάνω στο κατασκεύασμα, να μην εξατμίζονταν, να συγχωνεύονταν και να χύνονταν στην λίμνη….